Το κόστος της καθυστέρησης


Ούτε η κινητικότητα των ...


τελευταίων 24ώρων αλλά ούτε και οι εκατέρωθεν δηλώσεις διαμόρφωσαν προϋποθέσεις βελτίωσης του όχι και τόσο αισιόδοξου κλίματος ως προς την πρόοδο της διαπραγματευτικής διαδικασίας που είχε διαμορφωθεί μετά και τη σχετική συζήτηση στην ελληνική Βουλή.

Φαινομενικά, όμως. Διότι στην πραγματικότητα -και αυτό είναι που ενδιαφέρει- ούτε οι επαφές έχουν διακοπεί ούτε ο σχεδιασμός των επόμενων κινήσεων έχει σταματήσει. Οπως είναι και φυσιολογικό, άλλωστε, για μια διαδικασία που και οι δύο πλευρές, ασχέτως των διαφορών τους, οπωσδήποτε επιθυμούν την αίσια έκβασή της.

Έτσι από σήμερα οι επαφές μεταξύ εξουσιοδοτημένων εκπροσώπων και των δύο πλευρών ξαναρχίζουν, ο Ελληνας υπουργός Οικονομικών θα συναντηθεί με τον ομόλογό του στο Βερολίνο και όλα αυτά στον απόηχο της υπόδειξης του προέδρου των ΗΠΑ και προς τις δύο πλευρές να οδηγηθούν το ταχύτερο δυνατό σε συμφωνία.

Ωστόσο υπάρχει και κάτι ακόμη που διαμορφώνει το ΠΛΑΊΣΙΟ των νέων επαφών. Διότι εκείνο που επίμονα επισημάνθηκε από την πλευρά των εταίρων και δανειστών στη διάρκεια του Σαββατοκύριακου ήταν ότι κάθε άλλο παρά τελεσίγραφο αποτελούσε η πρότασή τους και ότι τα προτεινόμενα μέτρα είναι δυνατό να αντικατασταθούν με άλλα ισοδύναμης δημοσιονομικής απόδοσης.

Αν κρίνουμε από τις πληροφορίες που έχουν διαρρεύσει αυτές τις μέρες για βελτιωτικές κινήσεις ως προς την απόδοση του ΦΠΑ, είναι προφανές ότι η κυβέρνηση κινείται ήδη προς αυτήν την κατεύθυνση. Και ορθά πράττει, διότι εκείνο που δεν πρέπει να διαφεύγει την προσοχή της είναι πως όσο ταχύτερα φτάσουμε στη συμφωνία τόσο μικρότερο θα είναι το κόστος που τελικά θα καταβάλουμε. Δυστυχώς από την προκήρυξη των εκλογών και μετά ο χρόνος έχει λειτουργήσει σε βάρος μας.