Τι σημαίνει ...


Πομφόλυγες είναι ...


(αρχαία λέξη ἡπομφόλυξ, τῆςπομφόλυγος< πομφός «φυσσαλίδα – φουσκάλα»)
= αερολογίες, ανοησίες

π.χ. « Έγινε αντιληπτό από το ακροατήριο ότι όσα έλεγε ήταν πομφόλυγες χωρίς καμία τεκμηρίωση»