O "μαύρος κύκνος" πετάει με τα φτερά του... Αγίου Πνεύματος


 Του Ηλία Γ. Μπέλλου
         
O «μαύρος κύκνος», το απρόβλεπτο καταστροφικό γεγονός, αυτή τη φορά πετάει με τα...


 φτερά του «Αγίου Πνεύματος», της Banco Espírito Santo, και τροφοδοτεί τους χειρότερους φόβους των διεθνών επενδύσεων για ένα ντόμινο ανάλογο αν και, για την ώρα, μικρότερο με εκείνο της Lehman Brothers που προ τεσσεράμισι χρόνια συγκλόνισε την παγκόσμια οικονομία.

Οι ανησυχίες που έχουν μετατραπεί ήδη σε μεγαλες υποαξίες στις κεφαλαιαγορές, εστιάζονται στην εκτίμηση ότι η αδυναμία του ομίλου στον οποίο ανήκει η πορτογαλική τράπεζας Banco Espírito Santo να ανταποκριθεί σε δανειακές υποχρεώσεις αποτελούν απλώς την κορυφή του παγόβουνου των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν πολλές ευρωπαϊκές τράπεζες και οι οποίες θα αποκαλυφθούν ενόψει και των stress test της ΕΚΤ.

Και επειδή αμερικανική ρευστότητα εκατοντάδων δισεκατομμυρίων έχει διοχετευθεί σε ευρωπαϊκά assets και ειδικά των αδύναμων οικονομιών της ευρωπαϊκής περιφερείας, καθώς αναζητούσε υψηλές αποδόσεις, τώρα, που οι διαχειριστές περιορίζουν άμεσα και επιθετικά το ρίσκο αυτό στα χαρτοφυλάκιά τους ομόλογα, χρηματιστήρια και επενδυτική ψυχολογία κλυδωνίζονται.

Το θέμα είναι μείζονος σημασίας ασφαλώς και για την Ελλάδα που στα μάτια των ξένων αποτελεί απλώς ένα ακόμα στοίχημα ανάκαμψης αλλά η οικονομία τςη και οι τράπεζες της μπορεί να πληρώσουν ακριβά κυριολεκτικά τις επιπτώσεις της συγκυρίας.

 Ήδη το θεωρητικό επιτοκίου δανεισμού, η απόδοση δηλαδή του 10ετους ομολόγου του ελληνικού δημοσίου αυξήθηκε και η διαφορά της, το spread, με αυτή του γερμανικού ομολόγου αναφοράς υπερέβη και πάλι μετά από καιρό τις 500 μονάδες βάσης. Το χρηματιστήριο υποχώρησε όπως και οι τιμές ορισμένων ελληνικών επιχειρηματικών ομολόγων. Το ίδιο και αυτή του 5ετους ομολόγου τους δημοσίου που εκδόθηκε τον Απρίλιο.

Την ίδια ώρα το ελληνικό δημόσιο χρειάστηκε να αντλήσει μόνον 1,5 δισ. ευρώ από την χθεσινή ομολογιακή έκδοση 3ετούς ομολόγου και όχι 3 δισ. ευρώ που στόχευε και μάλιστα με πραγματικό κόστος, λόγω της τιμολόγησης, 3,375% και όχι κοντα στο 3% όπως αναμενόταν πριν μια εβδομάδα.

Αυτό το 0,375% παραπάνω από την αρχική εκτίμηση για κεφάλαιο 1,5 δισ. μεταφράζεται σε 5,625 εκατ. ευρώ τόκους παραπάνω ετησίως εξαιτίας της Banco Espírito Santo. Σημαντική επιτυχία παρά ταύτα αν αναλογιστεί κανείς ότι δημόσιες εγγραφές και νέες ομολογιακές εκδόσεις ακυρώνονται αυτή την ώρα ανα τη Γηραιά Ήπειρο.

Η απόδοση του ελληνικού 10ετούς ομολόγου κινήθηκε προς το 6,3% ενώ στην Ισπανία οι αντίστοιχες αποδόσεις προς το 2,8%, στην Ιταλία άνω του 2,9% και στην Πορτογαλία στο 4%. Το ελληνικό χρηματιστήριο όπως και τα ευρωπαϊκά πιέζονται και η συζήτηση για φούσκες στην ευρώ-περιφέρεια φουντώνουν.

Η όλη υπόθεση ξαναθύμισε με ξεκάθαρο τρόπο στους ανα τον πλανήτη επενδυτές ότι η Ευρώπη δεν έχει καταφέρει ακόμα να σπάσει την σχέση μεταξύ τραπεζικού συστήματος και εθνικών οικονομιών.

Μπορεί η τραπεζική ένωση να είναι προ των πυλών αλλά γεγονός παραμένει πως εάν εκδηλωθεί τραπεζική κρίση στην Ευρωζώνη, όπως τώρα στην Πορτογαλία, οι διαθέσιμοι μηχανισμοί κρίνονται ανεπαρκείς για την αντιμετώπισή της και τα κράτη θα πρέπει να προχωρήσουν σε διάσωση, αυξάνοντας το δημόσιο χρέος τους.

 Και επειδή στις σημερινές αγορές κανείς δεν θέλει να περιμένει τελευταίος να διαπιστώσει εάν οι φόβοι ήταν βάσιμοι ή όχι οι πιέσεις του τελευταίου 48ωρου είναι πιθανόν να συνεχίσουν αμείωτες. Τουλάχιστον εως ότου κριθεί ότι είναι υπερβολικές και ενσκήψουν έτσι και πάλι αγοραστές.

Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, που υπενθυμίζεται πως στην Ελλάδα είχε βάλει πολύ υψηλά τον πήχη για τις ανάγκες των τραπεζών σε εποπτικά κεφάλαια, σε ανακοίνωση που εξέδωσε αργά το απόγευμα της Πέμπτης για τις εξελίξεις στον πορτογαλικό τραπεζικό κλάδο αναφέρει πως παραμένουν θύλακες ευπάθειας, που δικαιολογούν διορθωτικά μέτρα και παρεμβατική εποπτεία.

Διόλου καθησυχαστική αναφορά για τους, ήδη πολύ νευρικούς, επενδυτές. Έτσι κρίνεται φυσιολογικό, αν και σίγουρα αποθαρρυντικό, πως ο ευρωπαϊκός τραπεζικός δείκτης έκλεισε σε χαμηλό έτους.

Και ενθαρρυντικό χαρακτηρίζεται επίσης το γεγονός ότι οι ελληνικές τράπεζες δέχτηκαν μικρότερες πιέσεις του μέσου όρου στην Ευρώπη. Ανακεφαλαιοποιημένες πρόσφατα και με δείκτες εποπτικών κεφαλαίων από τους επαρκέστερους στην Ευρώπη έδειξαν να αποφεύγουν τα χειρότερα χρηματιστηριακά στο πρώτο αυτό μεγάλο κύμα πωλήσεων. Όμως θα υπάρξουν και άλλα. Ο τραπεζικός δείκτης υποχώρησε 2,05% στις 156,02 μονάδες την Πέμπτη και πλέον μετράει σωρευμένες απώλειες 12,26% σε πέντε συνεδριάσεις.

Πηγή:www.capital.gr